Τα κλασσικά ανοιχτά χειρουργεία καταλαμβάνουν εξέχουσα θέση στην θεραπευτική μας φαρέτρα για έναν μεγάλο αριθμό παθήσεων και τραυματισμών που δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με την αρθροσκοπική μέθοδο.
Οι κυριότερες χειρουργικές επεμβάσεις που λαμβάνουν χώρα με τις ανοιχτές χειρουργικές μεθόδους είναι η αντιμετώπιση των καταγμάτων και η αρθροπλαστική, η αλλαγή δηλαδή της άρθρωσης λόγω καταστροφής από αρθρίτιδα. Οι επεμβάσεις αυτές αν και ανοιχτές γίνονται χρησιμοποιώντας λιγότερο επεμβατικές και τραυματικές προσπελάσεις σε σχέση με το παρελθόν έτσι ώστε να επιτυγχάνουμε ταχύτερη αποκατάσταση του ασθενούς.
Στα κατάγματα, σκοπός του χειρουργείου είναι να αναταχθεί και να σταθεροποιηθούν τα κατεαγόντα άκρα του οστού σε μια όσο το δυνατόν περισσότερο ανατομική θέση, εξασφαλίζοντας την λειτουργική αποκατάσταση μετά την φυσιολογική διαδικασία της πόρωσης. Επιπλέον, μια ασφαλής σταθεροποίηση του κατάγματος επιταχύνει την έναρξη μιας ήπιας κινησιοθεραπείας διατηρώντας ένα καλό εύρος κίνησης της άρθρωσης. Σε μεγαλύτερης ηλικίας και πολύ σπάνια σε νέους ασθενείς με συντριπτικά κατάγματα έχει θέση η αρθροπλαστική αν δεν είναι δυνατή εκείνη η οστεοσύνθεση η οποία θα εξασφαλίσει ένα αποδεκτό λειτουργικά αποτέλεσμα.
Στις αρθροπλαστικές, σκοπός του χειρουργείου είναι η ελαχιστοποίηση του πόνου και η βελτίωση της κίνησης μέσω της αντικατάστασης της φθαρμένης άρθρωσης. Στον ώμο οι επιλογές της αρθροπλαστικής είναι η ημιαρθροπλαστική, η ολική – ανατομική και η αναστροφή αρθροπλαστική. Στον αγκώνα οι συνήθεις επιλογές είναι η αντικατάσταση της κεφαλής κερκίδας συνήθως λόγω συντριπτικού κατάγματος και η ολική – συνδεδεμένη αρθροπλαστική λόγω καταστροφής της άρθρωσης. Η επιλογή του τύπου αρθροπλαστικής εξαρτάται αποκλειστικά από την πάθηση, την ηλικία και τις δραστηριότητες του ασθενούς.
Η αναισθησία της επέμβασης είναι συνήθως συνδυασμός γενικής με περιοχική αναισθησία. Ο λόγος είναι αφενός η καλύτερη διαχείριση του μετεγχειρητικού πόνου και αφετέρου η δυνατότητα του αναισθησιολόγου να χορηγεί ισχυρά μυοχαλαρωτικά φάρμακα κατά τη διάρκεια του χειρουργείου απαραίτητα για την καλύτερη διαχείριση των ιστών στην χειρουργική ώμου.
Ο ασθενής μετεγχειρητικά νοσηλεύεται για ένα με δύο 24ωρα ενώ αναλόγως της πάθησης ακολουθεί εξατομικευμένο πρόγραμμα φυσιοθεραπείας.
Υπάρχουν πιθανές επιπλοκές;
Οι επιπλοκές των επεμβάσεων κάθε τύπου χωρίζονται στις διεγχειρητικές δηλαδή τις επιπλοκές της επέμβασης και της αναισθησίας και τις μετεγχειρητικές. Και τα δύο είδη ελαχιστοποιούνται όταν ο χειρουργός και ο αναισθησιολόγος είναι εξειδικευμένος στο εκάστοτε αντικείμενο γεγονός το οποίο επιτρέπει την τυποποίηση και την επαναληψιμότητα της επέμβασης με ασφάλεια. Σημαντικό ρόλο παίζει και η χρήση νεότερων χειρουργικών εργαλείων και εμφυτευμάτων, η διένεργεια των επεμβάσεων σε νοσοκομεία με σύγχρονες εγκαταστάσεις χειρουργείων και αποστείρωσης και η διεγχειρητική και μετεγχειρητική υποστήριξη του ασθενούς από μια έμπειρη ομάδα ιατρών και φυσιοθεραπευτών. Παρόλα αυτά κάθε χειρουργική επέμβαση ενέχει πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές για τα οποία ο ασθενής θα πρέπει να ενημερώνεται από τον ιατρό του.
Tι συμβαίνει μετεγχειρητικά;
Οι μετεγχειρητικές επιπλοκές όπως η λοίμωξη η οποία ίσως είναι και η σοβαρότερη εξαρτώνται πάλι από αρκετούς παράγοντες όπως η κατάλληλη προετοιμασία του ασθενούς, το χειρουργικό περιβάλλον – σύγχρονες εγκαταστάσεις, η χρήση συγκεκριμένων πρωτοκόλλων αντιβιοτικών, τα ασφαλή εμφυτεύματα, τα κατάλληλα αποστειρωμένα χειρουργικά εργαλεία, ο όσο το δυνατόν μικρότερος χειρουργικός χρόνος με ελάχιστο τραυματισμό των ιστών, η μετεγχειρητική παρακολούθηση. Άλλες μετεγχειτητικές επιπλοκές όπως την θρόμβωση τις προλαμβάνουμε με κατάλληλη διεγχειρητική και μετεγχειρητική προφύλαξη, ενώ η δυσκαμψία της άρθρωσης περιορίζεται όσο λιγότερο εργώδες και χρονοβόρο είναι το χειρουργείο και όσο πιο σωστή και εξατομικευμένη είναι η μετεγχειρητική φυσιοθεραπεία.
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για ασφαλείς επεμβάσεις στα χέρια μιας κατάλληλα εκπαιδευμένης χειρουργικής ομάδας.